Τι είναι η Εκκλησία;

“Πιστεύω… εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν”.

Τι είναι η Εκκλησία;

Αυτό είναι θέμα και ερώτημα μεγάλο και σοβαρό, στο οποίο οι Χριστιανοί καλούνται κάθε στιγμή να δώσουν απάντηση, έστω και στον εαυτό τους, αλλά οι περισσότεροι δεν ξέρουν τι να απαντήσουν. Αυτός είναι ο λόγος, για τον οποίο με πολλή προσοχή πρέπει όλοι μας να μελετήσουμε το θέμα αυτό, για να το κατανοήσουμε. Η Εκκλησία, η Εκκλησία μας. Τι είναι, λοιπόν, η Εκκλησία; Δηλαδή η Χριστιανική Εκκλησία; Λέμε λοιπόν αυτό: Η Χριστιανική Εκκλησία είναι το σύνολο των ανθρώπων, που πιστεύουν στο Χριστό και λατρεύουν Ορθόδοξα τον Χριστό, ως Θεάνθρωπο Λυτρωτή και Σωτήρα τους. Εκείνοι που όλοι μαζί, με μια ψυχή και με μια φωνή, αναγνωρίζουν και ομολογούν, ότι Θεός και Κύριός του, Αρχηγός και Κεφαλή τους, Μεσίτης και Αρχιερέας προς τον Ουράνιο Πατέρα είναι ο Ιησούς Χριστός· αυτοί που έχουν την ίδια πίστη και ομολογία, την αληθή, την Ορθόδοξη δηλαδή, και κοινωνούν από τα ίδια άγια Μυστήρια προς αγιασμό και σωτηρία τους· και αυτοί που έχουν στο σύνολό τους ηγέτιδα τάξη τον ιερό Κλήρο, με τους επισκόπους επικεφαλής τους για να τους κυβερνούν ως εκπρόσωποι του Χριστού πάνω στη γη και ιερουργούν τα άγια Μυστήρια. Αυτοί αποτελούν την Εκκλησία του Χριστού. Δηλαδή εσύ, Χριστιανέ μου, και εγώ και όλοι μας οι πιστοί, τα εκατομμύρια των Ορθοδόξων Χριστιανών, που πιστεύουμε και λέμε τα ίδια για τον Χριστό,και λατρεύουμε με τον ίδιο τρόπο και σκοπό τον Χριστό, μαζί Κλήρος και Λαός, είμαστε η Εκκλησία του Χριστού, και αποτελούμε μία και την αυτή Εκκλησία, σε οποιοδήποτε μέρος της γης και αν βρισκόμαστε. Επομένως η Εκκλησία είναι η κοινωνία των πιστών, συγκροτημένη από το Άγιο Πνεύμα, ενωμένη και αδιαίρετη στην ίδια πίστη και λατρεία και υπακοή στο Χριστό. Και η Εκκλησία αυτή είναι και λέγεται θεοσύστατος και θεοσυντήρητος πνευματικός οργανισμός, βασιλεία του Θεού και βασιλεία των ουρανών επί της γης, στύλος και εδραίωμα της αλήθειας, ταμιούχος της θείας χάρης και κιβωτός της σωτηρίας των αμαρτωλών ανθρώπων.

Να το αναπτύξουμε και να το αναλύσουμε πιο πολύ. Η Εκκλησία είναι το πνευματικό, το μυστικό και θείο σώμα, το Σώμα του Χριστού. Και στο θείο και άγιο αυτό Σώμα κεφαλή μεν είναι ο Κύριος Ιησούς Χριστός, όπως λέει ο απόστολος Παύλος· “Ο Χριστός (εστι) κεφαλή της Εκκλησίας, και αυτός εστι σωτήρ του σώματος” (Εφεσ. ε’ 23). Εμείς δε οι πιστοί είμαστε το σώμα του Χριστού, επομένως Χριστός και Χριστιανοί είμαστε ένα σώμα. Ο Χριστός η κεφαλή και εμείς οι Χριστιανοί τα μέλη του σώματος. Όλοι μαζί είμαστε το ένα σώμα, το σώμα της Εκκλησίας, είμαστε όλοι μαζί μέλη της Εκκλησίας, συγκροτημένα σε ένα σώμα. Και ο καθένας μας χωριστά μέλος του σώματος, αλλά και μέλος του άλλου Χριστιανού, ο καθένας μας μέλος όλων των άλλων Χριστιανών, αφού όλοι ενωμένοι αποτελούν το ένα σώμα. Και τούτο πάλι ο Απόστολο το λέει· “Αδελφοί, υμείς εστε σώμα Χριστού και μέλη εκ μέρους” (Α’ Κορινθ. ιβ’ 27), και “οι πολλοί έν σώμα εσμεν εν Χριστώ, ο δε καθ’ είς αλλήλων μέλη” (Ρωμ. ιβ’ 5). Μυστήριο είναι αυτό, μυστήριο μεγάλο και υπερφυές, το οποίο όσο πιο πολύ πνευματικός άνθρωπος είναι κανείς, τόσο και πιο καλά το καταλαβαίνει. Είναι όμως και εξόχως τιμητικό και σωτήριο για μας, αφού λέει ο Απόστολος, πως ο Χριστός είναι ο σωτήρας του σώματος, δηλαδή της Εκκλησίας. Σε ποιο υπέροχο ύψος μας ανεβάζει ο Κύριός μας και ποια ασφαλή σωτηρία μας χορηγεί! Έπειτα η Εκκλησία είναι βασιλεία του Θεού πάνω στη γη (1), και βασιλεία των ουρανών. Αυτό το είπαμε και παραπάνω. Έτσι την χαρακτήρισε ο Κύριος στο πρώτο του κήρυγμα, όταν λέγει· “μετανοείτε· ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών” (Ματθ. Δ’ 17). Βασιλεία ουρανών, όταν έλεγε, εννοούσε την Εκκλησία του που τότε επρόκειτο να ιδρύσει. Και η βασιλεία αυτή των ουρανών, η Εκκλησία, αποτελείται όχι μόνο από τους σήμερα ζωντανούς, αλλ’ από τους πιστούς όλων των αιώνων και όλων των γενεών, και από τους δίκαιους της Παλαιάς Διαθήκης, και από εκείνους που πίστευσαν στον Άδη, όταν μετά την ταφή του κατήλθε εκεί ο Χριστός. Και διαιρείται σε δύο μέρη η Εκκλησία· στη στρατευόμενη Εκκλησία πάνω στη γη και στην θριαμβεύουσα Εκκλησία στους ουρανούς. Στην πρώτη ανήκουν όλοι όσοι αγωνίζονται ακόμη πάνω στη γη τον καλό αγώνα της πίστης και ευσέβειας και της κατά Χριστόν ζωής με σκοπό να λάβουν το στεφάνι της θείας δόξας και τιμής ως στεφάνι δικαιοσύνης. Την ουράνια την αποτελούν οι τετελειωμένοι Άγιοι, οι καλώς αθλήσαντες και στεφανωθέντες, οι αγωνιστές, οι νικητές και θριαμβευτές. Αυτοί χαίρονται τώρα και αγάλλονται στον Ουρανό μαζί με το Σωτήρα Χριστό. Η Εκκλησία, λοιπόν, έχει στρατιώτες, αθλητές και αγωνιστές —στρατευόμενη Εκκλησία. Έχει ακόμα νικητές και θριαμβευτές —θριαμβεύουσα Εκκλησία. Ακόμη η Εκκλησία είναι και “κιβωτός σωτηρίας”, όπως την χαρακτηρίζουν οι Πατέρες, κατά τον τύπο της κιβωτού του Νώε. Όπως μέσα στην κιβωτό του Νώε σώθηκαν από τον κατακλυσμό μόνο όσοι βρίσκονταν ασφαλισμένοι μέσα σε αυτή, παρομοίως και από τον κατακλυσμό της αμαρτίας και του θανάτου σώζονται μόνο όσοι βρίσκονται μέσα στην κιβωτό της Εκκλησίας ασφαλισμένοι εκεί μέσα με τη χάρη και προστασία του Σωτήρας Χριστού. Η Εκκλησία ακόμη είναι -αυτό το πιο σπουδαίο- “Ο Χριστός ο μεθ’ ημών ων και παρατεινόμενος εις τους αιώνας”, κατά τη γνώμη του αγίου Αυγουστίνου. Τώρα, σύμφωνα με τη γνώμη αυτή, όποιος βρίσκεται στην Εκκλησία, βρίσκεται και μαζί με το Χριστό. Όποιος μένει έξω από την Εκκλησία, αυτός δεν έχει σχέση με το Χριστό, επομένως δεν έχει και σωτηρία. Να πούμε και αυτό ακόμα, που το λένε οι Πατέρες: Όποιος έχει μητέρα την Εκκλησία, έχει πατέρα το Θεό, όποιος δεν έχει μητέρα την Εκκλησία, ούτε το Θεό έχει πατέρα. Τέλος, είπανε, η Εκκλησία αποτελείται από τον Κλήρο και το Λαό. Ο Κλήρος είναι ειδική τάξη, που ορίσθηκε, καθιερώθηκε και καταστάθηκε από το Θεό. Αυτή φέρει την ιεροσύνη του Χριστού και έχει αδιάκοπη την διαδοχή από τους αγίους Αποστόλους. Η τάξη αυτή των ιερωμένων είναι για να διδάσκει, να αγιάζει, να διοικεί τον λαό. Και ο Λαός που είναι μεγάλο τμήμα και μέρος, το μεγαλύτερο, του σώματος της Εκκλησίας, δέχεται τις ευχές και ευλογίες του κλήρου. Αλλά και συμμετέχει στα πνευματικά έργα της Εκκλησίας, και κυρίως στο διδακτικό, το κοινωνικό και το διοικητικό. Έτσι βοηθά τον ιερό κλήρο στα βαριά έργα και καθήκοντά του.

Ίδρυση και σύσταση της Εκκλησίας

Ποιος είναι ο ιδρυτής της Εκκλησίας; Ποιος άλλος; Ο Αρχηγός και Κύριός της, ο Ιησούς Χριστός. Ο Χριστός ίδρυσε και συνέστησε την Εκκλησία, όταν μάζεψε γύρω του τους δώδεκα μαθητές και Αποστόλους του. Αυτός ο κύκλος των Δώδεκα υπήρξε ο πρωταρχικός πυρήνας της Εκκλησίας. Γι’ αυτό λέγεται, ότι η Εκκλησία θεμελιώθηκε “επί τω θεμελίω των Αποστόλων και προφητών, όντος ακρογωνιαίου αυτού Ιησού Χριστού” (Εφεσ. β’ 20). Η Εκκλησία επιπλέον συστάθηκε και αγιάσθηκε από τη λογχευθείσα πλευρά του Κυρίου, όπως η Εύα από την πλευρά του Αδάμ. Το ύδωρ και το αίμα που απέρρευσαν από την αγία του πλευρά, τα άγια αυτά στοιχεία την συνέστησαν. Το ύδωρ, που έδειχνε το βάπτισμα, και το αίμα, που ήταν το Αίμα της θείας Κοινωνίας. Με τα δύο αυτά κυρίως μυστήρια συνεστήθη η Εκκλησία ως θείος οργανισμός και πνευματικό καθίδρυμα σωτηρίας, όπως λέει ο ιερός Χρυσόστομος. “Ουχ απλώς δε ουδέ ως έτυχεν αύται εξήλθον αι πηγαί, αλλ’ επειδή εξ αμφοτέρων τούτων η Εκκλησία συνέστηκεν. Και ίσασιν οι μυσταγωγούμενοι δι’ ύδατος μεν αναγεννώμενοι, δι’ αίματος δε και σαρκός τρεφόμενοι. Εντεύθεν αρχήν λαμβάνει τα μυστήρια, ίνα, όταν προσίης τω φρικτώ ποτηρίω ως απ’ αυτής πίνων της πλευράς, ούτω προσίης”. Ουσιαστικώς όμως και κυρίως την ημέρα της Πεντηκοστής, η οποία και γενέθλια ημέρα της Εκκλησίας καλείται, με την επέλευση του Παναγίου Πνεύματος. Τότε, λέμε, ιδρύθηκε η Εκκλησία. Το νεύμα το Άγιο την συγκρότησε. Το Πνεύμα το Άγιο της έδωσε πνοή και ζωή. Το Πνεύμα το Άγιο την κίνησε προς το σωτήριο έργο της. Πώς ; Με ποιο μέσο και τρόπο; Με το να αναδείξει τους μαθητές Αποστόλους του Χριστού και πάνσοφους διδασκάλους της Οικουμένης τους αλιείς της Τιβεριάδας. Και από τότε το Πνεύμα το Άγιο μένει στην Εκκλησία και “βρύει προφητείας, ιερέας τελειοί,… όλον συγκροτεί τον θεσμόν της Εκκλησίας”. Και φωτίζει τους κήρυκες. Καθιερώνει, στηρίζει και χαριτώνει τους θείους της λειτουργούς. Τελειοποιεί, τελεσιουργεί τα μυστήρια. Αγιάζει τους ιστούς, και καθιστά πράγματι την Εκκλησία και “Σώμα Χριστού” και “Κιβωτό σωτηρίας” και “Βασιλεία Θεού” αιώνια και βασιλεία αήττητη προς τους εχθρούς της, της οποίας “πύλαι άδου ου κατισχύσουσι” (Ματθ. Ιστ’ 18), όπως είπε ο ίδιος ο Χριστός. Και για την αήττητη αυτή βασιλεία και δόξα της Εκκλησίας μιλούν και λένε και οι Πατέρες της Εκκλησίας: “Θρόνον Χριστού εννοεί την Εκκλησίαν, επαναπαύεται γαρ αυτῇ. Έσται, ουν, φησίν, η Εκκλησία Χριστού καταστράπτουσα και φωτίζουσα την υπ’ ουρανόν, και μένουσα διηνεκώς ως ο ήλιος και η σελήνη” (Μέγας Αθανάσιος). Και ο ιερός Χρυσόστομος· “Μη απέχου Εκκλησίας (μη απομακρύνεσαι από την Εκκλησία)· ουδέν γαρ Εκκλησίας ισχυρότερον… Του ουρανού υψηλοτέρα εστί· της γης πλατυτέρα εστιν. Ουδέποτε γηρά, αεί δε ακμάζει. Διά τούτο το στερρόν αυτής και ασάλευτον δηλούσα η Γραφή όρος αυτήν καλεί”. Γι’ αυτό μας χρειάζεται πίστη ασάλευτη στην Εκκλησία μας, πίστη ζωντανή και πλήρης αφοσίωση σ’ αυτήν, για να έχουμε και τη σωτηρία εξασφαλισμένη και τη νίκη κατά των εχθρών της και εχθρών μας πάντοτε με το μέρος μας, δική μας νίκη, δική μας βασιλεία. Και όπως είδαμε, με το “Πιστεύω” αρχίζουμε την θεία διδαχή μας για την Εκκλησία. “Πιστεύω… εις μίαν, αγίαν, καθολικήν και αποστολικήν Εκκλησίαν”. Πρώτα την πίστη θέτουμε και εδώ ως βάση και στήριγμα και μέσο και έπειτα προχωρούμε στα άλλα θέματα της Εκκλησίας μας.

Είπαμε προηγουμένως, ότι εμείς οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί αποτελούμε την Εκκλησία. Αλλ’ αφού την αποτελούμε εμείς, τι χρειάζεται να βάζουμε στην αρχή το “Πιστεύω…” και να λέμε “Πιστεύω εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν”; Εμείς είμαστε ορατά πρόσωπα. Μας βλέπει κανείς, μας ακούει, μας αισθάνεται. Δηλαδή μας γνωρίζει. Δεν χρειάζεται, λοιπόν, πίστη, διότι η πίστη αναφέρεται στα αόρατα και μη βλεπόμενα πρόσωπα και πράγματα. Τι να απαντήσουμε εδώ; Σωστή η παρατήρηση. Αλλ’ αν εμείς αποτελούμε το ορατό μέρος της Εκκλησίας και γι’ αυτό λέγεται και ορατή η Εκκλησία, ο Αρχηγός και Κεφαλή της, ο Κύριος Ιησούς Χριστός, που την κρατά ζωντανή και δραστήρια και την κυβερνά, το Άγιο Πνεύμα, που τελεί τα μυστήριά της και την αγιάζει, όλοι όσοι έχουν φύγει και οι άγιοι που βρίσκονται στους ουρανούς, όλοι αυτοί είναι αόρατοι τώρα για μας που είμαστε πάνω στη γη και φαίνονται. Γι’ αυτούς χρειάζεται η πίστη μας. Πιστεύουμε, ότι την Εκκλησία την ίδρυσε ο Χριστός και Εκείνος είναι η Κεφαλή της. Πιστεύουμε, ότι το Άγιο Πνεύμα την αγιάζει. Πιστεύουμε στην εν ουρανοίς θριαμβεύουσα Εκκλησία. Αυτό είναι το αόρατο μέρος της Εκκλησίας και εδώ έχει θέση το “Πιστεύω”. Ορατή και αόρατη η Εκκλησία ζητά την πίστη μας, για να μας χορηγεί τις δωρεές και ευλογίες της.

Τα χαρακτηριστικά της Εκκλησίας μας

Αυτά τα περιλαμβάνει το Σύμβολο της Πίστεως και είναι το Μία, το Αγία, το Καθολική, το Αποστολική. Η Εκκλησία λοιπόν είναι:

α) Μία. Αυτό σημαίνει ότι ο Ιδρυτής της, Κύριος Ιησούς Χριστός, όχι πολλές, αλλά μία Εκκλησία ίδρυσε και σε αυτήν συμπεριέλαβε και συμπεριλαμβάνει όλους τους ανθρώπους κάθε γενιάς και κάθε εποχής, κάθε φυλής και γλώσσας, όταν αυτοί ομολογούν την μία και την αυτήν πίστη και προσφέρουν τη μία και την αυτή προσκύνηση και λατρεία στο άγιο πρόσωπό του και του Πατρός και του Αγίου Πνεύματος, της μίας Παναγίας και Ζωαρχικής Τριάδας. Ένας ο Κύριος και ιδρυτής και Νυμφίος της Εκκλησίας, μία και η Εκκλησία, μία η νύμφη του Χριστού, μία η λογική και πνευματική, η ιερή και αγία ποίμνη. Ενωμένοι οι Χριστιανοί όλων των αιώνων και των γενεών σε μία πίστη και λατρεία, ενωμένοι και σε μία ιεραρχία και διοίκηση, η οποία έχει την αρχή της στους Αποστόλους, αποτελούν τη μία Εκκλησία. Μόνο όσοι δεν αποδέχονται την πίστη της Εκκλησίας και δεν υποτάσσονται στη διοίκησή της, αυτοί είναι αιρετικοί ή σχισματικοί και αποβάλλονται, εκδιώκονται από την Εκκλησία ως κακόδοξοι και πλανεμένοι. Αποβάλλονται με την ποινή της καθαίρεσης οι κληρικοί, με τον αφορισμό οι λαϊκοί. Και με αναθεματισμό ακόμη. Η αίρεση είναι νόσος βαρύτατης μορφής και γάγγραινα θανατηφόρος και εφόσον ο αιρετικός δεν μετανοεί και δεν αποκηρύττει τις πλάνες του, δεν μπορεί να μένει στη μία πίστη, την πίστη της Εκκλησίας· έχει δική του πίστη και διδασκαλία, αντίθετη μάλιστα προς την πίστη της Εκκλησίας και αποτελεί κίνδυνο και για τους άλλους πιστούς. Ο Απόστολος τον χαρακτηρίζει διεστραμμένο και επικίνδυνο για τον πιστό, γι’ αυτό λέει· “αιρετικόν άνθρωπον μετά μίαν και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού, ειδώς ότι εξέστραπται ο τοιούτος και αμαρτάνει ών αυτοκατάκριτος”(Τίτ. γ’ 10-11). Και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος προσθέτει· “του εις αίρεσιν εμπεσείν το την εκκλησίαν σχίσαι ουκ έλαττόν εστι κακόν”. Δηλαδή αίρεση και σχίσμα μεγάλα κακά και τα δύο και το καθένα δεν είναι μικρότερο από το άλλο. Πρέπει ακόμα να ξέρουμε, πως αιρετικός δεν είναι μόνο αυτός που αρνείται τα πρώτα και βασικά δόγματα της Πίστης, την Αγία Τριάδα, τη Θεότητα του Χριστού, την προσωπικότητα του Αγίου Πνεύματος και άλλα, όπως κάνουν οι δυσσεβείς Χιλιαστές. Αιρετικός είναι και αυτός που σκοντάφτει και αλλαξοπιστεί και σε δευτερεύοντα, ας πούμε, θέματα. Όπως σε πολλά τέτοια οι Παπικοί και Προτεστάντες. Αιρετικοί είναι και αυτοί. Λοιπόν, έξω από την Εκκλησία οι αιρετικοί και σχισματικοί, έξω από τη θεία μάνδρα, έξω από την αγία λογική ποίμνη. Η Εκκλησία είναι μία και όχι δύο, όχι πολλές, διότι ένας είναι ο Κύριος, μία η Κεφαλή, ένα το Πνεύμα, που την ζωογονεί και εμπνέει, και η Εκκλησία μία και η αυτή.

β) Αγία. Αγία είναι η Εκκλησία, άγιο και άμωμο καθίδρυμα σωτηρίας, διότι άγιος και άμωμος είναι ο Ιδρυτής και Αρχηγός της, ο Κύριος Ιησούς Χριστός. Είναι Αγία, διότι αποτελείται από αγίους, όπως ονομάζονταν οι Χριστιανοί την πρώτη αποστολική εποχή· και ονομάζονταν άγιοι και διότι αυτόν τον προορισμό είχαν και επεδίωκαν, όπως και κάθε εποχής Χριστιανοί σκοπό της ζωής τους και της ένταξής τους στην Εκκλησία είχαν να γίνουν άγιοι, και αγιάζονται πράγματι μέσα στην Εκκλησία. Ακόμη είναι Αγία, διότι Άγιο είναι και την αγιότητα της χορηγεί το Πνεύμα το Άγιο, το οποίο μένει σε αυτήν και τελεσιουργεί τα ιερά της μυστήρια, για να αγιάζει τους πιστούς της. Έπειτα και ο σκοπός της Εκκλησίας, όπως και του κάθε πιστού σκοπός, είναι άγιος, και η χάρη που μεταδίδει είναι αγία, αφού το Άγιο Πνεύμα απορρέει, και η διδασκαλία είναι, και όλα τα μέσα που χρησιμοποιεί προς αγιασμό των μελών της άγια είναι και αυτά. Ο θείος Απόστολος, για να παραστήσει την αγιότητα της Εκκλησίας που πηγάζει από τον ίδιο τον Κύριο και Θεό της, τον Χριστό, λέει· “Ο Χριστός ηγάπησε την εκκλησίαν και εαυτόν παρέδωκεν υπέρ αυτής, ίνα αυτήν αγιάση καθαρίσας τω λουτρώ του ύδατος εν ρήματι (και αυτό είναι το άγιο βάπτισμα), ίνα παραστήση αυτήν εαυτώ ένδοξον την εκκλησίαν, μη έχουσα σπίλον ή ρυτίδα ή τι των τοιούτων, αλλ’ ίνα ή αγία και άμωμος” (εφεσ. ε’ 25-27). Οι άγιοι Πατέρες την ονομάζουν την Εκκλησία “θεοπρεπέστατη” και “αγιοφόρο” και ο άγιος Ειρηναίος λέει, ότι “όπου η Εκκλησία εκεί και το Πνεύμα το Θεού (που αγιάζει τους πιστούς) και όπου το Πνεύμα του Θεού εκεί και η Εκκλησία και πάσα χάρις”. Και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος παραβάλλοντας την Εκκλησία με την κιβωτό του Νώε, αλλά με τη διαφορά, ότι η κιβωτός εκείνη δεν μετέβαλε την κτηνώδη και θηριώδη φύση των ζώων που παρέλαβε, όπως τη μεταβάλλει η αγία του Χριστού Εκκλησία, λέει: Η κιβωτός εκείνη λύκο παρέλαβε και λύκο έδωσε, κόρακα έλαβε, κόρακα έδωσε, φίδι δέχθηκε, φίδι απόλυσε. Η Εκκλησία όμως παραλαμβάνει ανθρώπους, που μοιάζουν ως προς τα πάθη της ψυχής με τα άγρια ένστικτα των θηρίων, και τους μεταβάλλει, τους αναγεννά, τους εξαγιάζει. Έτσι παίρνει λύκο θηριώδη και αποδίδει πρόβατο ειρηνικό. Παίρνει φίδι δόλιο και αποδίδει άνθρωπο αγαθό. Παίρνει μνησίκακο άνθρωπο και φθονερό σαν την καμήλα και αποδίδει άκακο και μακρόθυμο και ανεπίφθονο, αναγεννημένο άνθρωπο. Γι’ αυτό το λόγο είναι και λέγεται αγία η Εκκλησία.

γ) Καθολική είναι η Εκκλησία. Τι θα πει η Εκκλησία είναι καθολική; Όταν ο Κύριος μετά την ανάστασή του απέστειλε τους μαθητές του στο κήρυγμα, τους είπε· “πορευθέντες εις τον κόσμον άπαντα κηρύξατε το Ευαγγέλιον πάση τη κτίσει” (Μάρκ. ιστ’ 15). Από το λόγο και την παραγγελία αυτή του Κυρίου προς τους Αποστόλους του παίρνουμε μία ιδέα του τι θα πει καθολικότητα και καθολική. Λέμε λοιπόν, ότι καθολική θα πει διδασκαλία και Εκκλησία που έχει σε όλο τον κόσμο οπαδούς και λάτρεις. Η εξήγηση όμως αυτή έχει μάλλον εξωτερική και εδαφική σημασία και είναι το ίδιο με το παγκόσμια. Δηλαδή Εκκλησία εξαπλωμένη σε όλο τον κόσμο και σε όλους τους ανθρώπους της γης. Και τότε μεν στην αποστολική εποχή δεν είχε τόση έκταση η Εκκλησία, για να έχει σε όλα τα έθνη και σε όλα τα μέρη πιστούς. Γρήγορα όμως επεκτάθηκε στον τότε γνωστό κόσμο, αφού οι Απόστολοι διασκορπίστηκαν παντού, σε όλες τις ηπείρους, Ασία, Αφρική και Ευρώπη και “εις πάσαν την γην εξήλθε ο φθόγγος αυτών και εις τα πέρατα της Οικουμένης τα ρήματα αυτών”. Ο Παύλος μόνος από την Αντιόχεια, τη Μικρά Ασία, τη Μακεδονία και την άλλη Ελλάδα ως τη Ρώμη και την Ισπανία κήρυξε το Ευαγγέλιο και ίδρυσε Εκκλησίες. Αλλά και σήμερα ακόμα δεν έχει πραγματοποιηθεί αυτό, το ότι η Εκκλησία είναι καθολική, με τη σημασία ότι είναι παγκόσμια. Από όλους τους κατοίκους της γης, μόνο το ένα τρίτο περίπου είναι Χριστιανοί. Και αυτοί όλοι δεν είναι Ορθόδοξοι, δεν κρατούν την ορθόδοξη πίστη. Αλλού, λοιπόν, σε άλλη έννοια πρέπει να αναζητήσουμε και να βρούμε το καθολική. Όχι στην εξωτερική έκταση αλλά στην ταυτότητα και πλήρη ενότητα της διδασκαλίας της Εκκλησίας, ώστε πάντοτε, παντού και από όλους το ίδιο να πιστεύεται, το ίδιο να ομολογείται, το ίδιο να λατρεύεται και να ακολουθείται. Και έτσι σε όποιο μέρος της γης βρεθεί κανείς και ανάμεσα σ οποιαδήποτε φυλή των ανθρώπων να ακούει τα ίδια δόγματα να κηρύττονται και να διδάσκονται, τα ίδια ιερά μυστήρια και με τον ίδιο τρόπο να τελούνται και τα ίδια καλά και άγια έργα να φρονούν και να πράττουν όλοι. Έπειτα από αυτά, δίνουμε τη σωστή και τέλεια εξήγηση του “καθολική”. Λοιπόν, το καθολική έχει κυρίως εσωτερική έννοια, που σημαίνει την ενότητα και το σύμφωνο στην πίστη, συμφωνία και ταυτότητα στη διδαχή και τη λατρεία, στη διοίκηση και την επικοινωνία, ώστε όλοι οι Χριστιανοί σε όλα τα μέρη και τις φυλές της γης το ίδιο “Πιστεύω” να έχουν, την ίδια διδασκαλία να ακούν και να ακολουθούν. Επομένως το καθολική θα πει Ορθόδοξη. Πιστεύουμε, λοιπόν, σε μία, αγία, καθολική, δηλαδή Ορθόδοξη Εκκλησία. Αυτή είναι η βαθύτερη και τελειότερη, η καθαυτό έννοια και σημασία του καθολική(2).

δ) Αποστολική. Αποστολική λέγεται η Εκκλησία, διότι ιδρύθηκε μεν από τον Κύριο Ιησού Χριστό, αλλά κηρύχθηκε από τους Αποστόλους σε όλο τον κόσμο και, όπως είπαμε και προηγουμένως, θεμελιώθηκε “επί τω θεμελίω των αποστόλων και προφητών, όντος ακρογωνιαίου αυτού Ιησού Χριστού” (Εφεσ. β’ 20). Ακόμα δε λέγεται αποστολική, διότι την αποστολική πίστη και ομολογία κρατά και κηρύττει προς όλους, και διότι οι ποιμένες και λειτουργοί, επίσκοποι και πρεσβύτεροι, όλοι οι κληρικοί και ιερωμένοι της κρατούν την αποστολική διαδοχή και διοίκηση. Έτσι η Εκκλησία είναι στόμα Χριστού και στόμα Αποστόλων και κηρύττει πάντοτε ό,τι από το στόμα του Χριστού και των Αποστόλων του βγήκε και κρατά την αδιάκοπη Αποστολική διαδοχή. Δηλαδή ο ένας επίσκοπος, που εγκαταστάθηκε επίσκοπος από τους ίδιους τους αγίους Αποστόλους, παραδίδει την επισκοπική χάρη και διακονία σε άλλο, αυτόν τον άλλο κοινωνικώς τον διαδέχεται και ούτω καθεξής μέχρι σήμερα, ώστε όλοι να αποτελούν μία αδιάσπαστη συνέχεια και μία να έχουν διαδοχή από τους Αποστόλους ως τα σήμερα και ως το τέλος του κόσμου. Στη Σύνοδο της Καρθαγένης ο άγιος Κυπριανός, τονίζοντας την αποστολικότητα της Εκκλησίας από την πλευρά της αποστολικής διαδοχής, είπε· “Τους αποστόλους διεδέχθημεν μετά της αυτής εξουσίας κυβερνώντες την Εκκλησίαν”. Και ο άγιος Κλήμης επίσκοπος Ρώμης λέει, ότι οι Απόστολοι “κατά χώρας και πόλεις κηρύσσοντες καθίστανον τας απαρχάς αυτών, δοκιμάσαντες τω Πνεύματι εις επισκόπους και διακόνους των μελλόντων πιστεύειν (δοκίμαζαν με το φωτισμό και χάρη των αγίων Αποστόλων, ποιοι είναι κατάλληλοι να γίνουν επίσκοποι και διάκονοι, για να κυβερνούν και διδάσκουν αυτούς που επρόκειτο να πιστεύσουν)”. Και παρατηρεί, ότι οι Απόστολοι έλαβαν πρόνοια, “όπως εάν κοιμηθώσι (όταν πεθάνουν αυτοί),διαδέξωνταιέτεροι δεδοκιμασμένοι άνδρες (να τους διαδεχθούν) εις την λειτουργίαν αυτών”.

ε) “Στύλος και εδραίωμα της αληθείας”. Αυτό, τέλος, είναι η Εκκλησία. Και αυτό θα πει, ότι η αλήθεια που κήρυξε ο Χριστός και οι άγιοι Απόστολοί του, και η χάρη που χαριτώνει και αναγεννά και αγιάζει τους ανθρώπους μόνο μέσα στην Εκκλησία υπάρχει. Έξω από την Εκκλησία υπάρχει το ψεύδος και η απάτη του πονηρού, που διαστρέφει τον άνθρωπο, και η οργή του Θεού, που τον τιμωρεί και τον συντρίβει. Στύλος στερεός και ακλόνητος και ασάλευτος έδρα που στέκει η αλήθεια και πηγή και φύλακας και φρουρός της ορθής Πίστης είναι η Εκκλησία. Και όσοι είναι μέσα στην Εκκλησία, αυτοί κατέχουν την αλήθεια, αυτοί πρεσβεύουν και ακολουθούν και ομολογούν την ορθή πίστη, αυτοί δέχονται τη θεία χάρη και βοήθεια και φωτίζονται από την αλήθεια και κρατύνονται από την πίστη και αγιάζονται από τη θεία χάρη και προστατεύονται από τη βοήθεια του Θεού σε όλες τις ανάγκες και περιπέτειες της ζωής τους. Οι άνθρωποι, τα μέλη, τα επί γης ζώντα βέβαια μέλη της Εκκλησίας, αυτοί είναι ασφαλισμένοι από τις προσβολές του πονηρού και την απάτη του κόσμου. Αυτοί προστατεύονται στις θύελλες και συμφορές και καταιγίδες του βίου τους. Η Εκκλησία τους είναι ο ο ασφαλής πύργος προς προστασία τους και η θεία κιβωτός της σωτηρίας τους. Μακάριοι όσοι ανήκουν στην Εκκλησία.

Ποια είναι η αληθής Εκκλησία του Χριστού;

Φυσικό και αναγκαίο το ερώτημα αυτό. Γιατί; Διότι βλέπουμε πολλές κοινότητες και ομολογίες, πολλές μερίδες δηλαδή, που λένε πως είναι Χριστιανοί, να διεκδικούν τον τίτλο και την αξία της Εκκλησίας. Ακούμε να γίνεται λόγος για παπική εκκλησία, για προτεσταντικές εκκλησίες, για την Αγγλικανική, Λουθηρανική, Καλβινική εκκλησία και ούτε καθεξής. Ποια, λοιπόν, από αυτές είναι η Εκκλησία του Χριστού, η Μία, η Αγία, η Καθολική, η Αποστολική του Χριστού Εκκλησία; Ποια από όλες αυτές είναι η μόνη Εκκλησία, μόνη στύλος και εδραίωμα της αλήθειας, που μόνη αυτή στέκει η θεία κιβωτός της αιωνίου σωτηρίας μας; Ποια είναι αυτή; Απαντούμε, λοιπόν.

Δεν είναι οι λεγόμενες προτεσταντικές εκκλησίες, αφού αυτές είναι πολλές και ποικίλες. Είναι Αγγλικανοί, Λουθηρανοί, Καλβινιστές, επισκοπελιανοί, βαπτιστές, Ευαγγελικοί και άλλοι, “ών ουκ έστιν αριθμός”. Πώς είναι δυνατόν αυτοί να αποτελούν την Εκκλησία του Χριστού, αφού κάθε μερίδα από αυτές και καθένας ακόμη προτεστάντης έχει την ομολογία του, έχει τα δικά του δόγματα, τη δική του πίστη και θρησκεία, σύμφωνα με τις ατομικές του εμπνεύσεις και αντιλήψεις; Κατ’ ουδένα λόγο μπορεί να γίνεται λόγος περί εκκλησίας ή εκκλησιών προτεσταντικών. Μόνο περί ομολογιών.

Δεν είναι όμως και οι Ρωμαιοκαθολικοί ή ο Παπισμός. Διότι ο παπισμός μετάβαλε το Χριστιανισμό σε πολλά του δόγματα και διδάγματα. Τον παραγέμισε με ανθρώπινα εντάλματα, με πλάνες και κακοδοξίες και αιρέσεις, που τον έκαναν ένα κοσμικό, επίγειο Χριστιανισμό και όχι πνευματικό και ουράνιο. Το χειρότερο όμως εξ όλων είναι, ότι με το πρωτείο του Πάπα και το αλάθητο που του απέδωσε, θεοποίησε σχεδόν τον Πάπα και τον έβαλε Αρχηγό και Κυβερνήτη και Κεφαλή της Εκκλησίας. Αντί του Χριστού, ο οποίος μόνος κατά τον απόστολο Παύλο είναι η Κεφαλή της Εκκλησίας, έβαλε έναν άνθρωπο, τον Πάπα. Αντί του μόνου σοφού και αγίου Θεού, του Σωτήρος Χριστού, επέβαλε ένα θνητό και αμαρτωλό άνθρωπο. Μα τότε είναι η εκκλησία του Χριστού η παπική εκκλησία; Όχι, δεν είναι. Αδύνατο, αδύνατο να είναι η κοσμική αυτή “εκκλησία” η Εκκλησία του Χριστού, έστω και αν έχει τα πιο πολλά εκατομμύρια των “πιστών”.

Και ποια τότε είναι η Εκκλησία του Χριστού; Είναι η δική μας Ορθόδοξη Ανατολική Εκκλησία. Αυτή είναι η Μία, Αγία, Καθολική, Αποστολική Εκκλησία. Και είναι αυτή, διότι αυτή κράτησε γνήσια και ανόθευτη και ακέραιη τη θεία διδασκαλία του Σωτήρος Χριστού. Αυτή κράτησε και κρατά την ιερά Αποστολική Παράδοση, ό,τι κήρυξαν και ό,τι παρέδωσαν οι άγιοι Απόστολοι και διέσωσαν ακέραιο οι θεοφόροι Πατέρες. Δηλαδή “ό,τι πάντοτε (σε κάθε εποχή), πανταχού (σε κάθε τόπο και φυλή) και υπό πάντων (και από όλους τους λαούς) επιστεύθη”. Και όπως το έλεγαν και οι Λατίνοι, όταν ήταν 1000 τόσα χρόνια ενωμένοι μαζί μας· “quod semper, quod ubique, quod ab omnibus creditum est”. Η Ορθοδοξία είναι της Παράδοσης η Εκκλησία. Η Ορθοδοξία κρατά απαρασάλευτα τα δόγματα και τους κανόνες των επτά αγίων Οικουμενικών Συνόδων. Η Ορθοδοξία είναι η Εκκλησία των αγίων και καλλινίκων Μαρτύρων, των αγίων και θεοφόρων Πατέρων, η Εκκλησία που κατέχει ανόθευτο και γνήσιο τον πρωταρχικό Χριστιανισμό, αμίαντη την αγία της λατρεία, αμετάβλητη τη θεία διδασκαλία. Επομένως, χωρίς καμία αμφιβολία και υπερβολή, μόνη η Ορθοδοξία είναι η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική του Χριστού, η αληθινή Εκκλησία. Και είμαστε εμείς οι Ορθόδοξοι μακάριοι και τρισμακάριοι, διότι ανήκουμε στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Γι’ αυτό πρέπει να δοξάζουμε εκ βάθους ψυχής τον Σωτήρα μας Χριστό, διότι μας έταξε στην αγία του Εκκλησία. Και πρέπει στερεοί και ακλόνητοι να μένουμε στην Ορθοδοξία μας, χωρίς καθόλου να επηρεαζόμαστε από γνώμες που είναι ξένες και αντίθετες προς την Πίστη της Εκκλησίας μας. Ν αποφεύγουμε τις αιρετικές διδασκαλίες και γνώμες των προτεσταντών και των παπικών, των ουνιτών, αλλά και τον Οικουμενιστών, και τέλος των φοβερών Χιλιαστών. Εμείς, χάριτι και ευδοκία Θεού, Ορθόδοξοι γεννηθήκαμε, Ορθόδοξοι ζούμε και Ορθόδοξοι να πεθάνουμε. Και Ορθόδοξοι να εισέλθουμε ένδοξοι θριαμβευτές στη βασιλεία του Χριστού μας την επουράνιο. Από την στρατευόμενη Ορθόδοξη Εκκλησία στη θριαμβεύουσα επουράνια βασιλεία. Αμήν.

* * *

Υποσημειώσεις

(1) Την Εκκλησία ως βασιλεία Θεού επί της γης, την προείδε και την προφήτευσε τόσο ο προφήτης Ησαΐας, όσο και ο προφήτης Δανιήλ με τους εξής λόγους: “Έσται εν ταις εσχάταις ημέραις εμφανές το όρος Κυρίου, και ο οίκος του Θεού απ’ άκρου ορέων και υψωθήσεται υπεράνω των βουνών και ήξουσιν επ’ αυτόν πάντα τα έθνη…” (Ησαΐου β’ 2). — “Ευφράνθητι στείρα η ου τίκτουσα· ρήξουν και βόησον η ουκ ωδίνουσα, ότι πολλά τα τέκνα της ερήμου μάλλον ή της εχούσης τον άνδρα” (Ησαΐου νδ’ 1). — “Και εν ταις ημέραις των βασιλέων εκείνων αναστήσει ο Θεός του ουρανού βασιλείαν, ήτις εις τους αιώνας ου διαφθαρήσεται, και η βασιλεία αυτού λαώ ετέρω ουχ υπολειφθήσεται· λεπτυνεί και λικμήσει πάσας τας βασιλείας. και αύτη αναστήσεται εις τους αιώνας”. (Δανιήλ β’ 44). Και στις προφητείες του Ησαΐα “οίκος Θεού” και “τέκνα της ερήμου” είναι η Εκκλησία του Χριστού, καθώς και στην προφητεία του Δανιήλ “βασιλεία” που δεν θα διαφθαρεί, αλλά θα μένει στον αιώνα, είναι πάλι η Εκκλησία.

(2) Οι άγιοι Πατέρες ως εξής εκφράζονται για την καθολικότητα της Εκκλησίας δεχόμενοι και τις δύο όψεις και γνώμες. Ο Μέγας Αθανάσιος λέει·“Καθολική καλείται (η Εκκλησία) διά το κατά πάσης είναι της Οικουμένης από περάτων γης έως περάτων”. Και “Καθολική, διότι καθ’ όλου του κόσμου κεχυμένη υπάρχει”. Το ότι γρήγορα επεκτάθηκε σε όλο τον τότε γνωστό κόσμο η Εκκλησία με πολυάριθμους οπαδούς στους κόλπους της, το μαρτυρούν εκτός άλλων και ο Ιουστίνος, ο Τερτυλλιανός, ο Κυπριανός και αυτός ο ιερός Χρυσόστομος. Αυτή η πρώτη εξήγηση. Και αυτή την παρουσιάσαμε παραπάνω. Και η δεύτερη, αυτή που λέμε τώρα. “Καθολική καλείται… διά το διδάσκειν καθολικώς και ανελλιπώς άπαντα τα εις γνώσιν ανθρώπου ελθείν οφείλοντα δόγματα” (Κύριλλος Ιεροσολύμων). Και με συνδυασμό των δύο ερμηνειών: “Καθολικήν εκάλεσαν οι Πατέρες (την Εκκλησία) διά την ένωσιν των απανταχού διεσπαρμένων μερικών και κατά χώραν Εκκλησιών, αι πάσαι τω συνδέσμω του παναγίου Πνεύματος μίαν και καθολικήν αποτελούσι”. Καθολική δηλαδή την ονόμασαν την Εκκλησία, διότι οι διάφορες χωρισμένες και διασκορπισμένες στα διάφορα μέρη της γης Εκκλησίες είναι εν τούτοις όλες ενωμένες με τον σύνδεσμο, τη διδασκαλία και τη χάρη του Αγίου Πνεύματος και αποτελούν έτσι μία Εκκλησία, τη Μία του Χριστού και Αγία Εκκλησία.